Ὁ δοῦλος τῆς γῆς,
ὁ δοῦλος τῶν πρόσκαιρων βιοτικῶν ἀσχολιῶν,
μόλις ξεφύγει ἀπό τίς μέριμνες,
στίς ὁποῖες βούλιαζε ὄλη τήν ἡμέρα,
ἑτοιμάζει γιά τήν ἑπόμενη νέες μέριμνες μέσα
στήν ἡσυχία τῆς νύχτας.
Ὅλες οἱ μέρες του, ὅλες οἱ νύχτες του, ὄλη ἡ ζωή του
εἶναι μιά θυσία στή ματαιότητα καί τή φθορά.
Ὁ δίκαιος ἄνθρωπος, ἀντίθετα, μέσα στό δωμάτιό του,
μέ τό ταπεινό καντήλι νά καίει μπροστά στίς εἰκόνες
καί νά ξεχύνει ὁλόγυρα τό ἀμυδρό του φῶς,
ἀπό μιά μόνο βασανιστική ἔγνοια συνέχεται,
ἕνα πράγμα μόνο τόν ἀπασχολεῖ:
Φέρνει στόν νοῦ του τή δραστηριότητα τῆς ἡμέρας του
καί τή συγκρίνει μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ,
ὅπως αὐτό εἶναι χαραγμένο στίς ἱερές πλάκες,
δηλαδή στήν Ἁγία Γραφή.
Τά ἐλατώματα στή συμπεριφορά του, στούς λογισμούς του καί στίς κινήσεις τῆς καρδιᾶς του
τά θεραπεύει μέ τή μετάνοια καί τά ξεπλένει μέ τά δάκρυα του. Γιά τήν ἀνακαίνισή του καί γιά τήν ἐνίσχυσή τοῦ ἀγώνα του ζητάει ἀπό τόν οὐρανό νέα δύναμη, νέο φωτισμό.
Καί ὁ Θεός στήν ψυχή πού προσεύχεται μέ τήν ἐμπονη συναίσθηση τῆς μηδαμινότητας,
τῆς ἀδυναμίας καί τῶν πτώσεών της,
χαρίζει ἁγιοπνευματικό φωτισμό καί δύναμη ὑπερφυσική.
Ἔτσι, «ἡ μιά μέρα μεταδίδει στήν ἄλλη λόγια σπουδαῖα
καί ἡ μιά νύχτα μεταφέρει στήν ἄλλη γνώση ὠφέλιμη».
Μιά τέτοια ζωή εἶναι διαρκής πρόοδος
καί ἔχει συνεχή κέρδη, κέρδη αἰώνια.
Ἔτσι ζεῖ ὁ μακάριος ἄνθρωπος.
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι «σάν δέντρο φυτεμένο ἐκεῖ πού τρέχουν τά νερά».
Τό δένδρο αὐτό δέν φοβᾶται τίς καυτερές ἡλιαχτίδες,
δέν φοβᾶται οὔτε τήν ἀναβροχιά.
Γιατί πάντοτε οἱ ρίζες του ποτίζονται καλά.
Δέν περιμένει τή βροχή, δέν ὑποφέρει ἀπό ἔλλειψη τροφῆς,
ὅπως τά δέντρα πού εἶναι φυτεμένα σέ κακοτράχαλους ξερότοπους καί πού συχνά ἀρρωσταίνουν καί μαραίνονται.
Μέ δένδρο φυτεμένο σέ μέρος ψηλό,
μέ δένδρο ἐκτεθειμένο στόν ἥλιο καί τούς ἀνέμους,
μέ δένδρο πού σπάνια ποτίζεται ἀπό τή βροχή τοῦ οὐρανοῦ,
μέ δένδρο πού ἐλάχιστα δροσίζεται ἀπό τήν πρωινή ὑγρασία,
μέ τέτοιο δένδρο μοιάζει ὁ ἄνθρωπος πού ἔχει καλή πρόθεση
γιά τήν εὐσέβεια, ἀλλά ζεῖ ἀπρόσεκτα,
μέ πολυπραγμοσύνη καί ἀκαταστασία,
καί μελετᾶ ἐπιφανειακά τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Καμιά φορά φρεσκάρεται ἀπό τή δροσιά τῆς κατανύξεως.
Καμιά φορά στήν ξερή ψυχή του πέφτει ἡ ζωογόνα βροχή
τῶν δακρύων τῆς μετάνοιας.
Καμιά φορά ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά του στρέφονται στόν Θεό.
Αὐτές οἱ καταστάσεις, ὅμως, δέν εἶναι καί δέν μποροῦν νά εἶναι μόνιμες, οὔτε κάν μεγάλης διάρκειας.
Τά πνευματικά διανοήματα καί τά εὐλαβικά αἰσθήματα,
ὅταν δέν φωτίζονται ἀπό τήν ὁλοκάθαρη καί πλήρη γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ,
εἶναι ἀσαφή καί ἀθεμελίωτα,
γι᾿ αὐτό καί δέν ἔχουν δύναμη, δέν ἔχουν ζωή.
Ὅποιος διδάσκεται καί καθοδηγεῖται μέρα-νύχτα
ἀπό τόν νόμο τοῦ Θεοῦ,
εἶναι «σάν δένδρο φυτεμένο ἐκεῖ πού τρέχουντά τά νερά».
Οἱ ρίζες του βρίσκονται πάντοτε
μέσα σέ δροσερό καί ζωογόνο νερό.
Ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά του –αὐτές εἶναι οἱ ρίζες τοῦ ἀνθρώπου– βρίσκονται πάντοτε μέσα στόν νόμο τοῦ Θεοῦ,
τρέφονται ἀπό τόν ἅγιο αὐτό νόμο,
ἀπό τόν ὁποῖο ἀκατάπαυστα ξεχύνονται μέ ὁρμή καί δύναμη πολλή τά καθάρια νερά τῆς αἰώνιας ζωῆς.
Αὐτά τά νερά, αὐτή ἡ δύναμη, αὐτή ἡ ζωή εἶναι τό Πνεῦμα
τό Ἅγιο, πού βρίσκεται στήν Ἁγία Γραφή,
πού βρίσκεται στίς εὐαγγελικές ἐντολές.
Ὅποιος ἐμβαθύνει διαρκῶς στή Γραφή, ὅποιος τή μελετᾶ μέ ταπεινό πνεῦμα, ὅποιος ζητᾶ μέ τήν προσευχή τόν φωτιζμό τοῦ Θεοῦ, ὅποιος κατευθύνει σύμφωνα μέ τίς εὐαγγελικές ἐντολές ὅλες τίς πράξεις του καί ὅλες τίς μυστικές κινήσεις τῆς ψυχῆς του, αὐτός ὁπωσδήποτε θά γίνει μέτοχος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Ἐγώ μετέχω», λέει τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά τόν ἑαυτό Του,
«σ᾿ ὅλους αὐτούς πού Σέ φοβουνται
καί πού φυλᾶνε τίς ἐντολές Σου».
Ἡ μελέτη τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ θέλει ὑπομονή.
Μέ τή μελέτη αὐτή, ὅμως, θά κερδίσεις τήν ψυχή σου.
«Μέ τήν ὑπομονή σας», παραγγέλλει ὁ Κύριος,
«κερδίστε τίς ψυχές σας».
Αὐτή εἶναι ἡ ἐπιστήμη τῶν ἐπιστημῶν!
Αὐτή εἶναι ἐπιστήμη οὐράνια!
Αὐτή εἶναι ἐπιστήμη πού ἑνώνει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό!
Οἱ δρόμοι της εἶναι τελείως διαφορετικοί ἀπό τούς δρόμους
πού ἀκολουθοῦν συνήθως οἱ ἐγκόσμιες ἐπιστῆμες,
ἐπιστῆμες ἀνθρώπινες, ἐπιστήμες πού δημιουργήθηκαν ἀπό τή μεταπτωτική καί αὐτονομημένη σκέψη μας γιά τήν παραμονή μας στήν κατάσταση τῆ πτώσεως.
Οἱ ἀνθρώπινες ἐπιστῆμες
προξενοῦν ἀλαζονεία καί ἔπαρση στόν νοῦ,
γεννοῦν καί αὐξάνουν τόν ἐγωισμό.
Ἡ θεία ἐπιστήμη ἀποκαλύπτεται στήν ψυχή
πού εἶναι κατάλληλα προετοιμασμένη,
στήν ψυχή πού ἔχει ἀποκτήσει συντριβή
καί ἔχει ἐξομαλυνθεῖ μέ τήν αὐταπάρνηση,
στήν ψυχή πού εἶναι σάν ἀνύπαρκτη ἀπό τήν πολλή ταπείνωση, στήν ψυχή πού εἶναι σάν καθρέφτης στόν ὁποῖο δέν ἀντανακλῶνται ἀνθρώπινες μορφές
ἀλλά θεῖες εἰκόνες.
Ἡ θεία ἐπιστήμη εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Ὁ γιός τοῦ Σειράχ λέει γι᾿ αὐτήν:
«Ἡ σοφία ἐξυψώνει τά παιδιά της
καί νοιάζεται γι᾿ αὐτούς πού τήν ἀποζητοῦν.
Ὅποιος τήν ἀγαπᾶ, ἀγαπᾶ τή ζωή·
κι ὅσοι χαράματα ξυπνοῦν καί τή ζητοῦν,
θά είναι γεμάτοι εὐφροσύνη.
Αὐτός πού τήν κατέχει, θά ἔχει κληρονομιά στή δόξα·
κι ὁ τόπους ὅπου αὐτή μπαίνει,
θά εὐλογηθεῖ ἀπό τόν Κύριο.
Αὐτοί πού τήν ὑπηρετοῦν, προσφέρουν λατρεία στόν ἅγιο Θεό·
κι ὅσους τήν ἀγαποῦν, τούς ἀγαπᾶ ὁ Κύριος.
Ὅποιος τῆς εἶναι ὑπάκουος,
θά γίνει κριτής στά ἔθνη·
κι αὐτός πού τῆς ἀφοσιώνεται,
θά κατοικήσει στό σπίτι του ἀσφαλής».
Τέτοια εἶναι ἡ θεία ἐπιστήμη!
Τέτοια εἶναι ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ!
εἶναι ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ!
Σ᾿ αὐτήν ὁδηγοῦν ἡ ταπείνωση
καί ἡ αὐταπάρνηση τοῦ λογισμοῦ μας.
Γιατί στή θεία σοφία εἶναι ἀδύνατο νά φτάσει κανείς
μέ τόν ἀνθρώπινο λογισμό.
Μά κι αὐτή, ἄλλωστε,δέν τόν ἀποδέχεται,
γιατί τόν θεωρεῖ ἀνόητο.
Ὁ ἀνθρώπινος λογισμός, πραγματικά,
εἶναι ἐχθρός τῆς θείας σοφίας.
Ὄντας γεμάτος θρασύτητα καί ἐγωισμό,
βλάσφημα τή θεωρεῖ τρέλα καί δέν τήν ἐμπιστεύεται,
ἐπειδή ἐμφανίστηκε στούς ἀνθρώπους πάνω στόν Σταυρό
καί ὅλοι τή νιώθουν νά τούς βλέπει ἀπό τόν Σταυρό.
Τή θεία σοφία τήν προσεγγίζει μέ τή σταύρωση!
Τή θεία σοφία τήν προσεγγίζει κανείς μέ τήν αὐταπάρνηση!
Τή θεία σοφία τήν προσεγγίζει μέ τήν πίστη!
«Ἄν πιστέψεις σ᾿ αὐτήν», συνεχίζει ὁ γιός τοῦ Σειράχ,
«θά τήν πάρεις κληρονομιά σου».
Ἡ ἀληθινή καί θεάρεστη πίστη,
πού δέν ἔχει τίποτα τό ψεύτικο καί ἀπατηλό,
συνίσταται στήν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου,
στό ἀδιάκοπο καί φιλόπονο ρίζωμά τους μέσα στήν ψυχή μας, καθώς ἐπίσης καί στόν ἀγώνα ἐναντίον τῶν λογισμῶν
καί ἐναντίον τῶν αἰσθησιακῶν ἐκείνων κινήσεων τῆς καρδιᾶς
καί τοῦ σώματος πού μισεῖ ὁ Θεός.
Καί ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά καί τό σῶμα τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου βρίσκονται σέ ἔχθρα μέ τόν νόμο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ μεταπτωτικός νοῦς δέν δέχεται τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἡ μεταπτωτική καρδιά δέν δέχεται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Καί τό ἴδιο τό σῶμα, πού ὑπόκειται στή φθορά,
ἔχει τό δικό του θέλημα,
τό θέλημα πού ἀπέκτησε μέ τήν πτώση,
ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔγινε κάτοχος τῆς θανάσιμης γνώσεως
τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ.
Στενός καί γεμάτος δυσκολίες
εἶναι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στή σοφία τοῦ Θεοῦ!
Σ᾿ αὐτή τή σοφία μᾶς φέρνει ἡ ἁγία πίστη,
πού ἐξουδετερώνει τίς ἐναντιώσεις καί τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς καί τοῦ σώματος τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου.
Ἐδώ χρειάζεται ἡ ὑπομονή!
Ἐδώ χρειάζονται ἡ σταθερότητα,
ἡ συνέπεια καί ἡ καρτερία!
«Μέ τήν ὑπομονή σας κερδίστε τίς ψυχές σας».
Ὅποιος θέλει νά ἔχει καρπό πνευματικό,
ἄς κάνει καρτερικά πόλεμο,
τόν ἀδιάκοπο, τόν γεμάτο μεταπτώσεις καί συμφορές πόλεμο ἐνάντια στήν ἁμαρτία!
Τόν ἅγιο καρπό τοῦ Πνεύματος θά μπορέσει νά τόν δεῖ
στό δέντρο τῆς ψυχῆς του μόνο ἐκεῖνος πού θά φροντίσει γι᾿ αὐτό μέ μεγάλη καί γενναία ὑπομονή!
Ἄς ἀκούσουμε ἄλλη μιά φορά τόν σοφό γιό τοῦ Σειράχ:
«Στήν ἀρχή ἡ σοφία βαδίζει μαζί μέ τόν μαθητή της
μέσ᾿ ἀπό δρόμους δύσκολους.
Φόβο καί δειλία θά τοῦ προξενήσει.
Θά τόν γυμνάσει μέ τήν παιδαγωγία της,
ὥσπου νά ἐμπνεύσει στήν ψυχή του τήν ἐμπιστοσύνη της,
καί θά τόν δοκιμάσει μέ τίς ἀπαιτήσεις της.
Ἔπειτα θά ξανάρθει ἴσα σ᾿ αὐτόν,
θά τόν γεμίσει χαρά καί θά τοῦ φανερώσει τά μυστικά της».
Περνοῦν οἱ μέρες, οἱ μῆνες καί τά χρόνια.
Φτάνει ὁ καιρός πού γνωρίζει μόνο ὁ Θεός,
ὁ καιρός πού «ὁ Πατέρας τόν κρατᾶ
στήν ἀποκλειστική Του ἐξουσία».
Καί τότε, τό δέντρο τό «φυτεμένο
ἐκεῖ ὅπου τρέχουν τά νερά», δίνει τόν καρπό του.
Ὁ καρπός αὐτός δέν είναι ἄλλος
ἀπό τήν κοινωνία μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα,
τήν ὁποία ὑποσχέθηκε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σ᾿ ὅλους ὅσοι πιστεύουν εἰλικρινά σ᾿ Ἐκεῖνον.
Ὑπέροχος καί θαυμαστός εἶναι ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος!
Ἀνακαινίζει ὁλόκληρο τόν ἄνθρωπο.
Μεταφέρει τήν Ἁγία Γραφή στήν ψυχή.
Χαράζει μ᾿ ἕνα ἀόρατο χέρι στίς πλάκες τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ,
τόν Λόγο καί τό Πνεῦμα.
Τότε ἐκπληρώνεται ἡ ὑπόσχεση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ:
«Μέσ᾿ ἀπό κεῖνον πού πιστεύει σ᾿ ἐμένα,
καθώς λέει ἡ Γραφή, θά τρέξουν ποτάμια ζωντανό νερό».
«Κι αὐτό τό εἵπε ἐννοώντας τό Πνεῦμα πού θά ἔπαιρναν ὅσοι θά πίστευαν σ᾿ Αὐτόν»,
ἐξηγεῖ ὁ ἀγαπημένος μαθητής τῆς Σοφίας,
τοῦ Σωτήρα, ἀπό τόν ὁποῖο δέχτηκε τό χάρισμα τῆς θεολογίας.
Ἀκόμα «καί τά φύλλα» ἑνός τέτοιου δένδρου
«δέν θά πέσουν».
«Φύλλα», σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν ἁγίων πατέρων,
εἶναι οἱ σωματικοί κόποι.
Καί γι᾿ αὐτούς θά πάρει ὁ ἀγωνιστής τόν μισθό του,
δηλαδή τήν ἄφθαρτη ζωή μετά τήν ἀνακαίνιση καί ἀναγέννηση τῆς ψυχῆς ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Τό θέλημα τοῦ ἀνακαινισμένου ἀνθρώπου ταυτίζεται
μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Αὐτός δέν ἐπιθυμεῖ πιά παρά μόνο ὅ,τι ἀρέσει στόν Θεό.
Καί δέν κάνει παρά μόνο ὅ,τι θέλει ὁ Θεός.
Γι᾿ αὐτό ἔχει τόν Θεό συμπαραστάτη
σ᾿ ὅλα τά ἔργα του «καί πετυχαίνει καθετί πού κάνει».
Δέν συμβαίνει, ὅμως, τό ἴδιο καί μέ τούς ἀσεβεῖς!
Ὁ θεόπνευστος Δαβίδ δέν τούς συγκρίνει μέ τά δέντρα ἤ μέ ὁτιδήποτε ἄλλο πού ἔχει τά χαρακτηριστικά τῆς ζωῆς.
Γι᾿ αὐτούς ἡ σύγκριση εἶναι τελείως διαφορετική.
«Δέν εἶναι ἔτσι οἱ ἀσεβεῖς, δέν εἶναι ἔτσι!»,
ψάλλει ὁ προφήτης βασιλιάς.
«Αὐτοί εἶναι σάν τή σκόνη, πού τήν παίρνει ὁ ἄνεμος
(καί τήν ἐξαφανίζει) ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς».
Ἀσεβεῖς!
Εἶστε σκόνη ἄψυχη, πού τή σηκώνει ὁ ὁρμητικός ἀνεμοστρόβιλος, δηλαδή ἡ θορυβώδης ματαιότητα τοῦ κόσμου, τήν ἁρπάζει ἀπό τό πρόσωπο τῆς γῆς καί τή στροβιλίζει στόν ἀέρα σάν πυκνό σύννεφο, πού σκεπάζει τόν ἥλιο καί ὅλη τή φύση.
Μήν κοιτᾶς αὐτό τό σύννεφο!
Μήν πιστεύεις στά μάτια σου, πού σέ ἀπατοῦν!
Ἡ τιποτένια, ἡ ἀσήμαντη σκόνη ἐμφανίζεται ψεύτικα μπροστά τους σάν σύννεφο.
Κλεῖσε γιά μιά στιγμή τά μάτια,
καί τό σύννεφο τῆς σκόνης,
πού σηκώνεται ἀπό ἕναν δυνατό ἀλλά στιγμιαῖο ἀνεμοστρόβιλο, θά περάσει δίχως νά βλάψει τήν ὅρασή σου.
Ὕστερ᾿ ἀπό μιά στιγμή ἄνοιξε τά μάτια καί κοίτα.
Ποῦ εἶναι τό τεράστιο αὐτό σύννεφο;
Θά ψάξεις γιά τά ἴχνη του, μά δέν θά βρεῖς τίποτα.
Κανένα σημάδι δέν θά μαρτυρεῖ τήν ὕπαρξή του.
Μέ στίχους καί ἤχους ἀπειλητικούς μιλᾶ ὁ Δαβίδ στή συνέχεια γιά τή φοβερή καί ἀναπόφευκτη καταδίκη τῶν ἀσεβῶν:
«Γι᾿ αὐτό οἱ ἀσεβεῖς δέν θά ἀναστηθοῦν κατά τήν κρίση,
οὔτε οἱ ἁμαρτωλοί θά ἀναστηθοῦν μαζί μέ τούς δικαίους».
Οἱ ἀσεβεῖς δέν θά συμμετέχουν στήν πρώτη ἀνάσταση,
τήν ὁποία περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης στήν Ἀποκάλυψη,
ὅπως δέν συμμετέχουν καί στήν ἀνάσταση τήν πνευματική,
ἡ ὁποία πραγματώνεται ἀπό αὐτή τή ζωή,
ὅταν ἀγγίζει τήν ψυχή τό παντοδύναμο Πνεῦμα καί τήν ἀναγεννᾶ σ᾿ ἕναν καινούργιο κόσμο.
Μέ τήν πνευματική ἀνάσταση ἡ ψυχή παίρνει ζωή θεϊκή!
Ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά φωτίζονται, ἀποκτοῦν λογισμό πνευματικό. «ὁ πνευματικός λογισμός εἶναι αἴσθηση τῆς ἀθάνατης ζωῆς», ὁρίζουν οἱ πνευματοφόροι Πατέρες.
Αὐτός ὁ ἴδιος ὁ λογισμός εἶναι γνώρισμα τῆς ἀναστάσεως. Ἀπεναντίας, ἡ «σαρκική σοφία»,
ἡ σοφία τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου,
εἶναι ὁ ἀόρατος θάνατος τῆς ψυχῆς.
Ὁ πνευματικός λογισμός εἶναι ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μέ τόν πνευματικό λογισμό ὁ ἄνθρωπος βλέπει τήν ἁμαρτία, βλέπει τά πάθη πού ὑπάρχουν στόν ἑαυτό του καί στούς ἄλλους, βλέπει τίς παγίδες τοῦ κοσμοκράτορα,
ἀνατρέπει κάθε λογισμό
πού ἐναντιώνεται στόν λογισμό τοῦ Χριστοῦ,
διώχνει μακριά του τήν ἁμαρτία,
μ᾿ ὅποια μορφή κι ἄν αὐτή τόν πλησιάσει.
Γιατί ὁ πνευματικός λογισμός εἶναι ἡ βασιλεία,
εἶναι τό φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στόν νοῦ καί τήν καρδιά.
0 σχόλια