Η Εξομολόγηση είναι άκρως απαραίτητη για τη Σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου (Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου)
“Χριστιανός που δεν έχει Βαπτισθεί και δεν έχει Εξομολογηθεί, δεν μπορεί να σωθεί” (Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός)
“Στην ζωή την οποία βρισκόμαστε, είμαστε ικανοί και να πράξουμε και να ενεργήσουμε, στην δε μέλλουσα και αιώνια ζωή, δεσμεύονται όλες οι πρακτικές δυνάμεις της ψυχής και δεν υπάρχει ευκαιρία να πράξουμε κάτι το αγαθό, για την άφεση των αμαρτιών” (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός)
“Μετά τον θάνατο δεν υπάρχει πλέον καιρός μετανοίας, και στον άδη η ψυχή η οποία νεκρώθηκε εξαιτίας των αμαρτιών, δεν μπορεί πλέον να επανέλθει στην ζωήν την κατά Θεόν” (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)
Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου: Λόγος 24ος, “Περί αμαρτίας και εξομολογήσεως” (Παράγραφοι 51-59)
Όταν λοιπόν διαπράξεις αμαρτία, μην περιμένεις την εκ μέρους άλλου κατηγορία, αλλά πριν να κατηγορηθείς κατηγόρησε εσύ τον εαυτό σου για τις πράξεις σου. Διότι εάν άλλος σε ελέγξει, τότε το κατόρθωμα δεν είναι αποτέλεσμα της δικής σου εξομολογήσεως, αλλά η διόρθωση επέρχεται ως αποτέλεσμα της κατηγορίας εκείνου.
Εξομολόγηση δηλαδή δεν είναι το να κατηγορούμε τον εαυτό μας ύστερα από τον έλεγχο των άλλων, αλλά πρώτοι εμείς να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας και να μην περιμένουμε τον έλεγχο εκ μέρους άλλων.
Διότι ο Πέτρος, ύστερα από τη φοβερή εκείνη άρνηση (τότε που αρνήθηκε πως γνωρίζει τον Κύριο), επειδή αμέσως αναγνώρισε την αμαρτία του και χωρίς κανείς να τον κατηγορήσει, και το έγκλημά του ομολόγησε και πικρά έκλαψε,
τόσο τέλεια καθαρίστηκε από την άρνησή του,
ώστε έγινε πρώτος από όλους τους Αγίους Αποστόλους
και σε αυτόν εμπιστεύθηκε ο Κύριος ολόκληρη την οικουμένη.
Εάν δηλαδή ο Ιερέας έλαβε εξουσία να συγχωρεί τις αμαρτίες, τις οποίες διαπράττουμε προς τον Θεό, πολύ περισσότερο θα μπορέσει να μας απαλλάξει και να εξαφανίσει τις αμαρτίες, τις οποίες κάνουμε προς τους ανθρώπους.
Άρχων είναι και ο Ιερέας
και μάλιστα άρχων περισσότερο σεβαστός και από τον βασιλιά.
Διότι οι Ιεροί Κανόνες και αυτήν την κεφαλή του βασιλιά
την υπέταξαν στα χέρια του Ιερέα.
Και όταν παραστεί ανάγκη για να ζητηθεί η Βοήθεια του Θεού,
ο βασιλιάς καταφεύγει προς τον Ιερέα και όχι ο Ιερέας προς τον βασιλιά.
Εάν ο Θεός δεν κατέβασε Αγγέλους από τον ουρανό για να τους κάνει διδασκάλους των ανθρώπων, το έκανε για να μη μας επιτιμούν (για να μη μας κάνουν παρατηρήσεις) συχνότερα και αυστηρότερα οι Άγγελοι, λόγω της υπεροχής της δικής τους φύσεως και λόγω των αδυναμιών τις οποίες έχουμε εμείς ως άνθρωποι.
Αντί των Αγγέλων μας έδωσε ως διδασκάλους και Ιερείς ανθρώπους θνητούς, έχοντας τις ανθρώπινες αδυναμίες, ώστε ο κίνδυνος να υποπέσουν και αυτοί στα ίδια σφάλματα να συγκρατεί τη γλώσσα και τη δικιά τους,
αλλά και εκείνων που τους ακούνε,
και να μην ελέγχουν τους άλλους αυστηρότερα από όσο πρέπει.
Για ποιον λόγο τα είπα όλα αυτά; Για να μην λέτε ότι «εσύ επειδή δεν έχεις αμαρτίες, επειδή είσαι απαλλαγμένος από τον ψυχικό πόνο που αισθάνεται κανείς από την επιτίμηση του Ιερέα, με μεγαλύτερη τόλμη προξενείς σε εμάς (στην ψυχή μας) πληγή». Πρώτος όμως αισθάνομαι εγώ τον πόνο, διότι και εγώ ως άνθρωπος υπόκειμαι στα ίδια αμαρτήματα. «Όλοι είμαστε ένοχοι για τις πράξεις μας» (Σοφία Σειράχ, 8, 5) και «ποιος είναι εκείνος που μπορεί να καυχηθεί ότι έχει αγνή καρδιά;» (Παροιμίες Σολομώντος, 20, 9).
Ώστε δεν σας ελέγχω επειδή μου αρέσει να επικρίνω τα αμαρτήματα των άλλων, ούτε κινούμενος από απανθρωπιά, αλλά από το μεγάλο ενδιαφέρον μου για σας. Διότι όταν μεν πρόκειται για τους γιατρούς οι οποίοι θεραπεύουν τα σώματα, εκείνος μεν ο οποίος προξενεί την πληγή, τίποτα δεν αισθάνεται από αυτήν, και ο μόνος ο οποίος σπαράσσεται από τον πόνο είναι ο υφιστάμενος την εγχείρηση.
Όταν όμως πρόκειται για τους Πνευματικούς (Ιερείς Εξομολόγους), οι οποίοι έχουν ως αποστολή να θεραπεύουν τα ψυχικά τραύματα, δεν συμβαίνει το ίδιο, εκτός βεβαίως εάν κάνω λάθος, κρίνοντας από τον εαυτό μου το τι συμβαίνει στους άλλους Πνευματικούς. Πρώτος υποφέρει ψυχικά ο Πνευματικός, όταν επιτιμά τους άλλους για τα αμαρτήματά τους. Διότι δεν πονάμε τόσο πολύ όταν ελεγχόμαστε από τους άλλους, όσο υποφέρουμε όταν ελέγχουμε τους άλλους για τις αμαρτίες τους, για τις οποίες εμείς είμαστε υπεύθυνοι.
Θέλετε να μάθετε πόσο σπουδαίο κατόρθωμα είναι το να θυμάται κανείς τα αμαρτήματά του; Όταν πρόκειται να δαπανήσουμε χρήματα, αφού σηκωθούμε από το κρεβάτι, προτού να τα διαθέσουμε για κάποια αγορά ή να τα μεταχειριστούμε για κάποια δημόσια ή ιδιωτική συναλλαγή, αφού καλέσουμε τον διαχειριστή μας ζητάμε λογαριασμό για όσα δαπανήθηκαν προηγουμένως, για να δούμε τι δαπανήθηκε κακώς και τι ξοδεύθηκε καλώς, και επίσης πόσο υπόλοιπο έχει μείνει. Και αν δούμε ότι το περίσσευμα είναι μικρό, προσπαθούμε με κάθε τρόπο να βρούμε τρόπο κέρδους, μην τυχόν και χωρίς να το αντιληφθούμε πεθάνουμε από την πείνα.
Αυτό λοιπόν πρέπει να κάνουμε και για τις πράξεις μας, και αφού εξετάσουμε τη συνείδησή μας, ας συζητήσουμε μαζί της περί των λόγων μας (για το τι λόγια έχουμε πει), περί των πράξεών μας, περί των σκέψεών μας, ας εξετάσουμε τι δαπανήθηκε από όλα αυτά ορθώς (για το καλό) και τι ξοδεύτηκε προς βλάβη δική μας, ποιος λόγος μας σπαταλήθηκε για ονειδισμούς (για να χλευάσουμε τους άλλους), για αισχρολογίες, για ύβρεις, ποια σκέψη κίνησε τον οφθαλμό μας σε ακολασία, ποιος λόγος μας έγινε πράξη από τα χέρια μας, από τη γλώσσα μας ή και από το βλέμμα μας ακόμα προς δική μας ζημιά (δηλαδή ποια άσχημα λόγια που είπαμε μας οδήγησαν σε άσχημες πράξεις).
Και ας φροντίσουμε να σταματήσουμε κάθε άσκοπη δαπάνη, αντί δηλαδή εκείνων που δαπανήσαμε για το κακό (π.χ. αντί των κακών λόγων μας, των κακών πράξεών μας, κλπ.), για να αποκομίσουμε κάποιο άλλο (καλό) κέρδος, τώρα να δαπανήσουμε όλα όσα πρέπει για το καλό, να προσφέρουμε ευχές αντί να λέμε τα άσχημα και περιττά και άσκοπα λόγια που λέγαμε, να κάνουμε ελεημοσύνες και νηστείες αντί να κινούμε σε ακολασία τα βλέμματά μας.
Διότι εάν πρόκειται να ξοδεύουμε ασκόπως (να αμαρτάνουμε δηλαδή), εάν πρόκειται να μην αποταμιεύουμε ούτε να αποθησαυρίζουμε κανένα αγαθό έργο προς ωφέλειά μας, τότε αφού περιέλθουμε στην μεγαλύτερη πείνα (στην ψυχική πείνα), χωρίς να το καταλάβουμε, θα στείλουμε οι ίδιοι την ψυχή μας στην αιώνια κόλαση.
Και είναι ασύγκριτα καλύτερο να ανταλλάξουμε την πρόσκαιρη κατάνυξη και τον οδυρμό (τις θλίψεις δηλαδή που θα μας βρουν στη ζωή αυτή, κάνοντας το Θέλημα του Θεού), με τα αιώνια αγαθά και την ατελείωτη Θεία ηδονή, παρά να περάσουμε γελώντες (καλοπερνώντας και αδιαφορώντας για τη Σωτηρία μας) την πρόσκαιρη αυτή ζωή και να απέλθουμε εκεί, όπου θα κολασθούμε αιώνια! Εάν ο Παύλος, ο τόσο μεγάλος και τόσο σπουδαίος, ο οποίος διέτρεξε την οικουμένη ολόκληρη σα να είχε φτερά, ο οποίος αποδείχθηκε ανώτερος των αναγκών του σώματος, ο οποίος αξιώθηκε να ακούσει τα άρρητα (ανεκδιήγητα) εκείνα λόγια (όταν ενώ ακόμα βρισκόταν στη ζωή αυτή, ο Κύριος τον μετέφερε στον Παράδεισο για να θαυμάσει τα Μεγαλεία Του), λόγια τα οποία μέχρι σήμερα κανείς άλλος δεν άκουσε, εάν λοιπόν αυτός όταν έγραφε έλεγε «ταλαιπωρώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι ως δούλο, μήπως εγώ ο οποίος κήρυξα σε άλλους και έλαβα τα βραβεία, αποδειχθώ ανάξιος βραβείου» (Α’ προς Κορινθίους Επιστολή, 9, 27), τι μπορούμε να πούμε εμείς, οι οποίοι σηκώνουμε το βάρος τόσων αμαρτημάτων και εκτός αυτού επιδεικνύουμε τόση αδιαφορία για την απαλλαγή μας από αυτά; Μήπως ο πόλεμος αυτός έχει ποτέ διακοπή;
Πάντοτε πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και ξύπνιοι και ουδέποτε να μένουμε ήσυχοι, διότι δεν είναι ορισμένος (δεν μας είναι γνωστός) ο χρόνος της εναντίον μας επιθέσεως, από τον εχθρό μας τον διάβολο.
Please follow and like us:
Κατηγορίες: Εξομολόγηση
0 σχόλια